- ψυχοπαιδαγωγικός
- -ή, -ό, Ν1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ψυχολογία και στην παιδαγωγική συγχρόνως2. το θηλ. ως ουσ. η ψυχοπαιδαγωγικήπαιδαγωγική που έχει ως βάση την επιστημονική ψυχολογία.[ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχή + παιδαγωγικός. Η λ. είναι αντιδάνεια, πρβλ. γαλλ. psychopedagogique].
Dictionary of Greek. 2013.